Αλκυονίδες μέρες

tumblr_nvx424SaTn1rl2foho1_640

Εγώ ήθελα να σου χαρίζω λεβάντες απο τον κήπο, τυλιγμένες σε τούλια, να τις βάζεις στο συρτάρι και να μοσχοβολάνε τα ρούχα σου, και κοχύλια να πέφτουν από τις τσέπες του παντελονιού σου μες το καταχείμωνο. Καλοκαίρια στα νησιά, να σε ταΐζω ροδάκινα και εσυ εμένα καρπούζια, και να μου κοκκινίζουν τα μούτρα και να μου βγάζεις τα κουκούτσια και να με φιλάς. Ήθελα για αλλαγή τη μέρα που θα σε γνώριζαν οι φίλοι μου να σε ερωτεύονταν, αλλά εσύ να μη τους πήγαινες καθόλου, να μη τους άντεχες ούτε για έναν καφέ. Ναι, αυτό θα ήταν ενδιαφέρουσα αλλαγή. Αντί να μου ‘λεγαν 《Ποιος είναι πάλι αυτός ο μαλάκας που μας κουβάλησες》να ‘λεγες εσύ 《πω ρε μωρο, οι φίλοι σου μεγάλοι κάφροι》. Ήθελα τη μέρα που θα σε γνώριζα εγώ, να σκεφτόμουν ήδη ότι το πρώτο μας παιδί θέλω να είναι αγόρι και να το βγάλουμε Πάνο, και να το αφιερώσουμε στον Πάνα και στο αρχαίο παν και στον πανικό που τα συνδιάζει. Ότι θα ‘χουμε ένα σπίτι στο βουνό και ένα στη λίμνη, και εγω σαν ένας ακόμα μεγάλος Θορώ θα καλλιεργω αναρριχητικές φραουλιές και θα μιλάω στις αλεπούδες και στα κουνάβια,  και θα σε παρατάω για ώρες, και θα χάνεις τα ίχνη μου και θα με ψάχνεις. Ήθελα η μάνα σου να μου λέει τα μυστικά της, αντί για τα δικά σου, και ο πατέρας σου να με κερνάει ουίσκι σπέσιαλ στο καφενείο, ενώ ποντάρει σε μια παρτίδα δηλωτη κόντρα στον καλύτερό του φίλο. Ήθελα να μπορώ να κάνω το καϊμάκι στον καφέ σου τόσο πολύ να αστράφτει που να μοιάζει με ουράνιο τόξο. Εσύ να μπορείς να μαγειρεύεις ψάρια και εγω όσπρια, και ο φούρνος να μη έκαιγε τόσο ρεύμα και το απορρυπαντικό να μη τέλειωνε τοσο γρήγορα. Να ‘χε ο χειμώνας μια- δυο καλές μέρες την εβδομάδα να απλώνω τη μπουγάδα σου έξω να λιάζεται. Να σου αγοράζω βινύλια με πέντε ευρώ από τα ξεχασμένα παλαιοπωλεία της Ιπποκράτους και πατσουλί απο τους πλανόδιους που μπαίνουν στα μπαρ της Δευτέρας, ενώ πίνω βότκα βύσσινο. Ιδανικά θα ‘θελα από τους ίδιους πλανόδιους να μη ντρέπομαι να σου αγοράζω τριαντάφυλλα, την ώρα που μας ζαλίζουν και είμαι τύφλα και είναι ενοχλητικό, και να στα φέρνω το βράδυ σπίτι και να βάζουμε τρίτο πρόγραμμα που κατά τις 11.00 παίζει τους τζαζ ήχους της πόλης.

Εγώ ήθελα να πεθαίνεις όταν ρίχνομαι μόνη μου, με τους αγκώνες, στις μπάρες του κέντρου. Να θέλεις να χαστουκίσεις αυτούς που μου ξαναγεμίζουν το ποτήρι με τη μπύρα μου, να θέλεις να βάλεις τρικλοποδιά στους ντιτζει που υπακούουν στις παραγγελιές μου. Ήθελα να θυμάσαι το αγαπημένο λουλούδι της μάνας μου, μα πάντα να ξεχνάς το δικό μου, να κλέβεις τις ατάκες της, μα πότε τις δικές μου. Να μου άφηνες σημειώματα στον καθρέφτη και εγω αυτά που χω να σου πω να στα ‘γραφα σε επιστολές με γράμματα, πότε ατσούμπαλα και πότε καλλιγραφικα. Ήθελα όταν ξυπνάω από εφιάλτες να ξέρεις τι είναι αυτό που ονειρεύτηκα, να μη ρωτάς, να το ‘χεις ονειρευτεί μαζι και εσύ. Να ‘μουν εγώ αυτή η μία, η πιο έξυπνη πεταλούδα, που δεν ξεγελάστηκε, που δεν κάηκε στο φως της λάμπας, αυτή η μία που κίνησε να καεί από τον ήλιο. Εγώ ήθελα να ‘σαι εσύ αυτός ο ήλιος. Ο ήλιος, ο απογευματινός, που βουτάει στη θάλασσα και σου φέρνει χαρμολύπη. Εσύ όμως να ‘σαι ο πρωτος άνθρωπος που θα ψάχνει να αφαιρέσει αυτό το δεύτερο συνθετικό της λύπης.

Να σου βγάζω τα ρούχα, σαν γονιός, όταν σε παίρνει ο υπνος στον καναπέ, μετά από δεκάωρη βάρδια, και να σε πηγαίνω στο κρεβάτι σου. Να μπορώ να σου πω για ο,τι ήρθε πριν χωρίς να μου φύγει ούτε ενα δάκρυ, γιατί εσύ θα μου αντιπαραθέτεις ο,τι θα έρθει μετά. Και έτσι εγω να ηρεμώ και να σου σερβίρω παγωτό καϊμάκι σε σκαλιστό μπολάκι, κάτω από νεραντζιές, σε ένα τραπέζι με πλαστικό τραπεζομάντηλο με λουλούδια, που δεν θα ξεβάφει ποτέ. Δίπλα μας να ‘ναι ένα τροχόσπιτο με τέντα ριγέ στα χρώματα του Ολυμπιακού.

Ήθελα να καταρρεύσω στα χέρια σου, έστω για μια φορά, να δω πως είναι αυτή η γλύκα του να σε βαστάει κάποιος που σ’αγαπα. Να μη πεις ποτε: 《άσε μας κορίτσι μου》. Να με δουλευεις συνέχεια , μα να μη με κοροϊδεψεις ποτε. Να μη με φιλήσεις πότε στα μάτια. Να ‘μαι η πιο αληθινή νταμα, η Τίνκερπελ κλειδωμένη στο συρτάρι σου. Σαν η πιο γενναία εξερευνήτρια, ακούραστη, να ψάχνω την χαμένη σου σκιά και τυχαία να ανακαλύψω ότι ήμουν πάντοτε εγώ.

Ήθελα το μεγαλύτερο στοίχημα να το χάσουμε και οι δυο, και όταν θα πιάσουμε φωτιά να μη τρέξει κανεις μας για τη πόρτα, να μη τρέξει κανεις μας για τον πυροσβεστήρα. Εσύ, ψύχραιμος, να στρίψεις δύο τσιγάρα και γω, χαμογελαστή, να ρίξω δύο ποτα. Να ‘χουμε να λέμε οτι καήκαμε ρε παιδί μου σαν άνθρωποι.

 

screenshot_2019-01-24-23-19-24-1

Τα όνειρα που ‘κανες και δεν σου βγήκαν

Σαν φιγούρες που συναντάς

ένα απόγευμα

που κατεβαίνεις την Θεμιστοκλέους .

Τις λούζει από πίσω το φως

εκτυφλωτικό .

Έρχονται κατά πάνω σου και δεν μπορείς

να ξεχωρίσεις την ταυτότητα τους.

Σε προσπερνούν

Καμία φορά σε παίρνουν λίγο ξυστά

Δεν γυρνάς καν το κεφάλι να κοιτάξεις.

《Σκιές》 λες.

Μπλε χοτ

Swinging with the Lindy at the Savoy Ballroom

Φαντασιώνομαι συζητήσεις

να σου μιλάω για τα κόκκινα τακούνια του μπλούζ, που τόσο λατρεύω

να μου μιλάς για τα φουσκωμένα μαγούλα της τρομπέτας, που τόσο καλά γνωρίζεις

μπίμπομπ,   χάρντμποπ

όλα μαλακίες άμα δεν σηκωθούμε απ’τα σκαμπό.

άμα δεν νιώσεις το πόδι μου ανάμεσα στα δικά σου,

να σε χορεύει,

ενώ με δένεις πάνω σου,

με ράβεις

μέση,  κοιλιά,  στήθος

ν’ανέβει το φερμουάρ ως το στόμα.

άμα δεν παλεύει η παλάμη να βαστάει μέση

μόνο μέση,

και να ιδρώνει.

(…)

Μάθαμε με τα κουλ

ξεχάσαμε τα χοτ

έχει παγώσει η γλώσσα μας.

 

 

 

 

 

 

Οι σωστές φαντασιώσεις σταματάνε στ’ασανσέρ.

Ρεβεγιόν. Μπαρ του Κέντρου. Μουσική δυνατή και παρέα αδιάφορη. Φίλοι, γυναίκες και γνωστοί που πήξαμε στα καταναγκαστικά χρόνια πολλά. Καταναγκαστική Διασκέδαση. Σε ποιό ποτό είμαι; Εβδομο; Ογδοο; Τσιγάρα, καπνός, χέρια που με τραβάνε ή με χαϊδεύουν με κόκκινα νύχια, και κόκκινα χείλη έτοιμα να μου καταβροχθίσουν τα αυτιά.

Οι σωστές φαντασιώσεις.

Οι σωστές φαντασιώσεις ξεκινάνε σε εισόδους πολυκατοικιών. Γι’αυτό θα της πω ότι είναι κλειδωμένα. Δεν της χτυπάω το κουδούνι. Κατεβαίνει μέχρι κάτω να ανοίξει. 《Μα αφού είναι ανοι..》Και πριν προλάβει να τελειώσει την κολλάω στα κουδούνια και αυτά αρχίζουν να χτυπάνε εκτός ρυθμού. Μας φωνάζουν από τα θυροτηλέφωνα και ακούνε μόνο ανάσες και σάλια. Την πάω προς τα μέσα, εκείνη πισωπαταει και εγω την στηρίζω κρατώντας την απο τη μέση. Με χώνει στο ασανσέρ. Ενώ ανεβαίνουμε της ανεβάζω την φούστα.  Ντυμένη στα κόκκινα, στα γιορτινά της, κόκκινη φούστα και σετ κόκκινη ζακέτα απο πάνω. Βάζω τα χέρια μου κάτω από κάθε κόκκινο στρώμα υφάσματος πάνω της. Ανοίγει την πόρτα και πάει να  ξεκλειδώσει. Θα την τραβήξω πίσω. Οι σωστές φαντασιώσεις πάντα σταματάνε για λίγο στο ασανσέρ. Ξανακλείνει την πόρτα, το φως στο ασανσέρ σβήνει και μένουμε στο σκοτάδι. Της βγάζω την κόκκινη ζακετούλα και της λύνω τα μαλλιά. Δεν φαίνεται να την ενοχλεί, αντιθέτως με πετάει πάνω στον καθρέφτη 《Γιατί μου τα κάνεις αυτά; θα με πεθάνεις》λέει και εγω την τραβάω έξω. 《Πάμε σπίτι》 της λέω 《θέλω να σε βλέπω》. 

Μπαίνουμε μέσα και αρχίζω να τη τυλιγω με τα εκατοντάδες λαμπάκια, την δένω. Δεν θα τη πάω ακόμη στο κρεβάτι, θέλω να τη παιδέψω. Την τραβάω στην κουζίνα, την στριμώχνω στα ντουλάπια και εκείνη δαγκώνει πετσετάκια, καθώς τη φιλάω στο λαιμό. 《Καλή Χρονιά, μικρή》 και της τραβάω αργά αργά το καλσόν. Είναι μεθυσμένη, τα μάτια της κατακόκκινα. Με κοιτάζει τάχα φοβισμένα και μου αναστενάζει τόσο γλυκά και σιγά, που ίσα που ακούγεται. Μου ζητάει να την πάω μέσα 《Όχι 》. Θα την φιλήσω κόντρα σε όλες τις επιφάνειες του σπιτιού και μέχρι να φτάσουμε στο κρεβάτι θα την έχω αφήσει γυμνή. Θα την αφήνω να ιδρώνει, αλλά δεν θα κρυώσει ούτε στιγμή. Τα ντουλάπια χτυπάνε, οι σελιδοδείκτες πεφτουν εγώ γονάτιζω και αυτή φιλάει τον τοίχο. Πάνε τα γιορτινά της, την έχω εκεί στο κρεβάτι τωρα να περιμένει. Κανει να βγάλει τα δαχτυλίδια της 《Μη τα βγάζεις, μόνο αυτά θα φοράς για απόψε》. Υπακούει και με αγκαλιάζει σφιχτά, μπήγει τα νύχια της στην πλάτη μου και κυλιόμαστε στα σεντόνια δεμένοι χέρια – πόδια – κοιλιές – αστράγαλοι- στόματα. Δαγκώνω/γλύφει, γλύφει/δαγκώνω και ιδρώνουμε《Με πεθαίνεις》λέει 《Βοήθα με》.

Έτσι ξεκινούν οι σωστές φαντασιώσεις.

Πιάνω το κινητό και της στελνω μήνυμα:

《Πως μπορείς να με καυλώνεις τόσο με αυτά που γράφεις;》

IMG_20181227_180133_621.jpg-φωτο nudegrafia-

Φαντάσματα

 

2f7fded292c5a231377996c38c85138b

 

Αυτά μου είπε ο Θ.  ένα βράδυ, σε ένα μπαρ της Ασκληπιού που ανήκε στο ζωικό βασίλειο:

 Ετσι κάνουν τα φαντάσματα. Εμφανίζονται ξαφνικά, σε τρομάζουν και μετά εξαφανίζονται.

Μέχρι να εμφανιστούν πάλι.

Εκτός και αν σταματήσεις να πιστεύεις στα φαντάσματα.

– Άμα σταματήσω να πιστεύω δεν θα ξαναεμφανιστουν;

Θα ξαναεμφανιστουν.

Αλλά, αν δεν τα πιστεύεις δεν θα σε τρομάξουν.

 

IMG_20181215_002235_426

Να σε συστήσω στη γιαγιά μου, οταν φτάσουμε, και ενώ δινετε τα χέρια να της ψιθυρίζω στο αυτί ότι είσαι τρισεγγονος του Βελουχιώτη. 

《Ναι; ο γαμπρος;》 να πει αυτή και να σε σκανάρει απο τα νύχια μέχρι τη κορφή, και μετά να συνεχίσει :《Τί πάτε και τρυπιέστε παντού ομως;》

και μετά να σε πάω στα δεξιομάγαζα της λακκας και εσύ να μου φωνάξεις ότι :《Τί μ’εφερες εδώ μεσα; πας καλα;》 και μετά να συνεχίσεις :《που εκμεταλλεύονται και τον εργάτη》και να σε κοιτάξουν οι μαγαζάτορες στραβά και εμένα ακόμα πιο στραβά, στραβότερα, και να τους αφήσω τα λεφτά στο μπαρ με μπουρμπουαρ έτσι γερό, και να κοπανήσουμε τη πόρτα πίσω δυνατά, καθώς θα αποχωρούμε γελώντας. 

Να σε ανεβάσω τελικά εκεί, στο πιο ψηλό σημείο, στη καβάτζα, και να αποφασίσουμε αν στο τέλος της παράστασης οι μπάτσοι πιάνουν το ζευγάρι. Αλλά δεν νομίζω. Τι στο διάολο;

Δεκεμβριανά .

Ειπε:

Τι ωραία αυτή η ησυχία. Έχουν κλαδεψει τα δέντρα και έχουν εξαφανίσει τους κάδους . Οι δρόμοι έχουν αδειάσει από παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Οι δρόμοι λες και μας ανήκουν πάλι -ναι μας ανηκουν. Λες και γυρνούν πίσω σε μας.  Μας προτιμούν, το νιώθω. 

Τι ωραία που θα γυρίσω σπίτι, σε αυτή την εκκωφαντική ησυχία, και θα ρίξω στο τηγάνι πιπεριές και κρεμμύδια για την ομελέτα μου, σχεδόν αθόρυβα, να μην ενοχλήσω την σιγή. Και θα στρίψω ένα τσιγάρο και θα το καπνίσω στην ταράτσα, λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος. 

Είπε για αυτή την ησυχία, στιγμές πριν τον ήχο που βγάζει το όπλο όταν πυροδοτεί. Είπε για αυτούς που δέκα χρόνια μετά ακόμα τον αγνοούν αυτόν τον ήχο, ενώ εκείνος τον ακούει στα όνειρά του. Ειπε :《Σηκω να διδάξουμε τους αμαθείς και να ενημερώσουμε τους ημιμαθείς》

Είπε:

Ωραία, ελα τώρα να πετάξουμε τα πορτοκάλια στους μπάτσους . 

Να τους χτυπήσουν τα προϊόντα, οι καρποί της ίδιας τους της γης, να τους ανοίξουν το κεφάλι, να τους πολεμήσει η πατρίδα τους και εμείς τα παιδιά της.

Και εγώ φόρεσα τη μάσκα μου και ανέβασα το καφάσι από τη σκάλα κινδύνου στη ταράτσα. Άναψα ένα τσιγάρο -απο το δικό του- και περιμέναμε -για λίγο μονο- στη 《σιωπή》, μέχρι που είδαμε να πέφτει το πρώτο δακρυγόνο και σκύψαμε να πιάσουμε τα πορτοκάλια μας.

 

IMG_20181206_204236_913

 

Όταν ρώτησαν την Κιου τα πόσα κλείνει, εκείνη απάντησε γραπτώς.

1-42

Ναι, η Κιου έκλεισε τα 21. Ορίστε να, το παραδέχτηκε. Είναι 2 Δεκέμβρη, Κυριακή απόγευμα και στο Δεύτερο έχει αφιέρωμα στον Μάρκο. Η Κιου έκλεισε τα 21. Στα 19 γεννήθηκε και στα 21 ενηλικιώθηκε. Τυχερή, της δόθηκε και ένας χρόνος παιδικής ηλικίας, σκέφτεται.

Τα γενέθλια είναι υπουλα. Πώς σε βρίσκουν κάθε χρόνο; Αρχικά ενα θεμα είναι το αν σε βρίσκουν ακόμα άνθρωπο. Ξέρετε πόσα έμαθα εγώ μέσα σε ένα χρόνο; Πάρα πολλά πράγματα έμαθα. Πράγματα που σίγουρα θα μου φανούν πολυ χρήσιμα, δεν αμφιβάλλω, μα έπρεπε να τα μάθω με τον δύσκολο τρόπο. Χαστούκια που λεμε, το ένα μετά το άλλο.

Οσο μεγαλώνεις, τα μαθήματα γίνονται πιο σκληρά. Οι άλλοι γίνονται πιο σκληροι. Εσύ γίνεσαι πιο σκληρός.

Αυτό ήταν το πρώτο χαστούκι, μάλλον.

Αφήνεις πίσω ανθρώπους που σε σκότωσαν και παρολα αυτα, αυτή την απώλεια δεν την αντέχεις .

Όχι, δεν παίρνουμε πάντα οτι μας αξίζει. Τις περισσότερες φορές μάλιστα, ειναι που παίρνουμε κατι που δεν μας αξίζει.

Η δικαιοσύνη γαμιέται.

Η βία γίνεται απαραίτητη.

Ναι, άμα ενωθούμε μπορούμε να πετύχουμε πολλά. Να μην τους επιτρέψουμε να μας χωρίσουν.

Να αντιμιλήσουμε και ας φοβόμαστε. Να πάρουμε τους δρόμους.

Άμα είσαι ξένος/νέος /διαφορετικός απο τη μάζα/ευάλωτος/ναρκομανής ή εχεις άλλα παρόμοια χαρακτηριστικά, ναι, θα σε διαλύσουν.

Οι γυναίκες είναι όμορφες όπως και αν επιλέγουν να είναι η εξωτερική τους εμφάνιση. Αβαφες ή «παστομένες». Προσεγμένες, καλοντυμένες ή όχι. Οι γυναίκες είναι όμορφκα, όπως γουστάρουν αυτές να είναι.

Και μάντεψε, δεν «γίνονται ομορφες» για σένα, για τη πάρτυ τους το κάνουν.

Τόσο βαθιά ριζωμενος είναι ο σεξισμός, που σε προσβάλει παντού,στο σπίτι, στη δουλειά, στο πεζοδρόμιο.

Αυτό που βγάζει ο διπλανός σου πανω σου είναι θέμα του διπλανού σου. Μην αυτομαστιγώνεσαι.

Λένε ο ρομαντισμός δεν υπάρχει, και αν είσαι αρκετά τρελος και πεις οτι υπάρχει, το σύνολο σε τιμωρεί και το σύστημα σε γαμαει.

Και άμα η τιμωρία είναι η μοναξιά, εγώ την αποδέχομαι . Δεν τα γουστάρω τα ρομπότ. Καλύτερα μόνη.

Το να μη γινεις ρομπότ θέλει προσπάθεια. Κάθε μέρα να παλεύεις να μη στο πάρουνε, τα άλλα τα ρομποτ, το μεγάλο σου το αίσθημα.

Και το να μένεις είναι πάντα πιο δύσκολο από το να φεύγεις  -Ειδες που αυτό ισχύει και εδώ; Αντε φύγε τώρα .

Και έφυγε, χωρίς κουβέντα, χωρίς φιλί.

Καπνός.

Ζήτα κάτι από κάποιον, και θα δεις τι ήσυχα που φεύγουν οι άνθρωποι. Σαν στις μύτες των ποδιών τους.

Γι’αυτό λέω ότι αν τυχόν βρεις ρομαντικό άνθρωπο , μη τον προδώσεις ρε πουστη.

Φτάνει  κάποτε μια στιγμη που πρέπει να διαλέξεις πορεία και να μη την προδώσεις για κανέναν. Να μη σε προδώσεις για κανέναν.

Θα είσαι πελάτης της ζωής ή μέλος της;

Ρομαντικός ή τίποτα;

Ρομαντικός ή τίποτα.

Δεν σε αποδέχεσαι εσύ και μετά δεν σε αποδέχονται και οι άλλοι.

Με τους ανθρώπους σου δίπλα σου, φτανεις στη καλύτερη σου εκδοχή.

Και οι άνθρωποι σου σε αγαπούν και στη χειρότερη σου εκδοχή.

Οι «αλλοι» αγαπούν όπως τους βολεύει και όποτε. Στο τέλος της μέρας, τον κωλο τους μόνο θα κοιτάξουν. Τα συμπεράσματα δικά σου .

Όλα κινούνται με γνωριμίες και αυτο ακριβώς με κάνει να τις απεχθάνομαι.

Αυτοί που και καλά μου μίλησαν για ελευθερία, δεν θέλησαν να την μοιραστούν, σχεδόν πότε, μαζί μου.

Και αυτοί που μου μίλησαν για ηλικία πάντα μικρότεροι μου βγήκαν.

Τόσο πολύ μας γέλασαν κάποιοι, που όταν κάποιος μας κάνει καλό, κοιτάμε γύρω να βρούμε την παγίδα. Και συνήθως έχουμε δίκιο που κοιτάμε.

Σε θέλω γιατί με βολευεις, και με βολευεις γιατί με κάνεις καλύτερο.

Άμα σε αγαπώ, δεν γίνεται να μη κάνω το καλύτερο που μπορώ για σένα .

Αν ποτέ φτάσω να πω άσχημα λογια για σένα, βαριά , θα ‘ναι να ξέρεις γιατί θα με έχεις πληγώσει αδιανόητα, ακατανικητα, ανεπανόρθωτα, μη μετρήσιμα.

Οι νεκρές γλώσσες μας, με παλιούς μας ανθρώπους, ειναι η πιο θλιβερή μας σκέψη.

Αγία νοσταλγία .

Έρωτας πτώση ανάσταση.

Η άγνοια στήνει ολόκληρες ζωές . Η άγνοια δινει παράταση ζωής.

Τα αληθινά καψουροτράγουδα είναι η ψυχή η ίδια .

Φοβάμαι πολύ τους ανθρώπους που σε κοιτάν στα μάτια και σου λένε ψέματα.

Και αυτούς που τα θέλουν όλα δικά τους.

Όπως τυφλώνει ο έρωτας, δεν τύφλωσε πότε καμία αρρώστια των οφθαλμών.

Και η αγαπημένη μου πλάνη, από τις πολλές του έρωτα, θα ναι πάντα η σκέψη οτι αγαπημένε μου είσαι αναντικατάστατος.

Ή εσύ ή κανείς.

Ή εσύ ή όλοι.

Τωρα που τα λέμε, ο πολυγαμημένος πολλές φορές είναι χειρότερος από τον αγάμητο.

Και οι πολλές οι αγκαλιές την μια δεν την αναπληρώνουν.

Η μπύρα πίνεται σε χαμηλό ποτήρι.

Δεν είναι θέμα μουσικού, είναι θέμα ανθρώπου.

Αυτοί που σου ‘παν δεν μπορείς χάσανε. Μπόρεσες.

Στις ξηγες λίγοι τα κατάφεραν πραγματικά

Και λίγοι δεν μπέρδεψαν την καφρίλα για ειλικρίνεια.

Τουλάχιστον μια φορά θα συμβιβαστεις για να μη χάσεις κάποιον

Και τουλάχιστον μια φορά κάποιος θα συμβιβαστεί για να μη χάσει εσένα.

Όταν κάποιος σε κάνει να αναρωτιέσαι αν εισαι τρελός, μαλλον χτυπάει το μεγαλύτερο καμπανάκι κινδύνου.

Με ναρκωτικά δεν αγάπησε ποτέ κανείς αληθινά.

Οι πιο σκληροί, αναπαντεχα, θα σου σταθούν οσο σκληρά θέλεις.

Οι στίχοι του Άκη Πάνου .

Ο έρωτας, που με τα χρόνια σπανίζει, οπότε ωφειλεις να τον ζεις στα άκρα.

Και ο μετα-έρωτας, που σε ξεκάνει γλυκά, ηδονικά.

θα συνδέσεις μέρη και τραγούδια με ανθρώπους και μετά θα τα ξεσυνδεσεις. Φυσική εξέλιξη.

Κάποια βεβαια πάντα θα σε ενοχλούν στο βάθος. Τα σκαλοπάτια, ας πούμε, που ανεβαιναμε αγκαλιά.

Το ότι τον έχεις ερωτευτεί δεν αναιρεί οτι ειναι μαλακας .

Ιδιαίτερα επειδή τον εχεις ερωτευτεί, η μεγαλύτερη πιθανότητα είναι αυτή.

Το ότι δεν σε ερωτευτηκε δεν σημαίνει ότι δεν σου άξιζε.

Αν δεν σου περάσει από το μυαλό να μετακομίσεις εκεί που μένει ο έρωτας σου δεν είσαι ερωτευμένος.

Ένα χρόνο μετά, ναι , τον έχεις ξεχάσει τον Κωστάκη -αφιερωμένο.

Ένα χρόνο μετά, δεν την ξαναπατας για κανέναν Κωστάκη.

Ναι, αυτό το μήνυμα που περιμένεις δεν θα σου ‘ρθει ποτέ, ούτε το κουδούνι σου θα χτυπήσει, και ξέρεις κατι; Καλύτερα .

Θα γυρεψεις παρηγοριά πρώτα στα ποτά, στα τσιγάρα και στα ξένα σώματα και μετά στα σινεμά και στα βιβλία.

Θα μαθεις να τους αποδέχεσαι όλους, αλλά να μη τους κρατάς όλους δίπλα σου.

Όταν θα σου εύχονται «Ερωτα», Εσύ πάντα θα συμπληρώνεις «Αμοιβαίο».

Και, ναι, ο έρωτας είναι η μεγαλύτερη χειραψία στη ζωή, που είπε και το Μαλβινακι -ωρα της Καλή-

Και, ναι, αν για κάτι θα αξίζει να γράφεις, αυτό θα ‘ναι ΠΑΝΤΑ ο έρωτας .

35992069_878685642341956_6528234497601699840_n

Υ.Γ

Γεννήθηκα στα 19, γιατί τότε ξεκίνησα να καταλαβαίνω πως λειτουργεί ο κόσμος.

Ενηλικιωθηκα στα 21, γιατί τότε κατάλαβα πόσο λάθος είναι ο τρόπος λειτουργίας του.

 

 

Q