κοιλίτσα.

Processed with VSCO with c1 preset

Κουβαλάω τον στίφτη σαν παιδί ,από τη μια άκρη του μπάρ στην άλλη. Σαν παιδί το κουβαλάω, αγκαλιά, τον κρατάω κόντρα στο στήθος μου, ακουμπάω πάνω του το μάγουλό μου και τρέχουν ένα ή δύο δάκρυα πάνω στην φρεσκοκαθαρισμένη, μαύρη γυαλιστερή επιφάνειά του. Από πίσω παίζει Ντόρις Ντέυ και τα χέρια μου τσούζουν σε έναν σημαντικό βαθμό, αφού έχω στίψει κι έχω λιώσει εννιά λάιμ και τρία λεμόνια, κι έχω κάνει κάθε πληγή στα χέρια μου να μου ουρλιάξει με όλη της τη δύναμη μαλακισμένη σταμάτα.

Έχω μείνει τόση ώρα με τον στίφτη στα χέρια και δεν θέλω να τον βάλω στη θέση του, δεν μου πάει καθόλου να τον αφήσω από την αγκαλιά μου, θέλω να μείνω έτσι λιγάκι ακόμη. Θέλω να κρατήσω κάτι πολύ σφιχτά και να μη το αφήσω καθόλου, να το σφίξω πολύ δυνατά με τα χέρια μου, μέχρι να πονέσουν ή μέχρι να το λιώσουν.

Απομένουν άλλες εφτά περίπου ώρες εργασίας, αν είμαι τυχερή, και μετά άλλη μια νύχτα αύριο, άλλο ένα μεροκάματο, κι ύστερα ρεπό. Άλλες εφτά περίπου ώρες κι άλλες οχτώ αύριο, και μετά καμία υποχρέωση δεν με αναγκάζει να μη σχίσω το στομάχι μου στη μέση. Αύριο, μετά το σχόλασμα, κάνω την τομή, στα μαλακά μέρη της πεταχτής κοιλίτσας μου, και ξεχύνεται από μέσα μου το όλο πράγμα, με τις υγειές μου, ξεχύνεται η τσιρίδα που σπρώχνω και ξανασπρώχνω κάτω με σάλια όλη μέρα, ξεχύνεται το σπάραγμα που καταπίνω να μη το φτύσω καταλάθος στο ποτήρι του πελάτη° ξεχύνεται αυτό το αντίο που δεν μπορώ να χωνέψω, που συνοδεύεται από το δραματικό πού φεύγεις και πας, από το τραγούδι ηλιοβασιλέματα κι από την παρατήρηση πως μείναμε περισσότεροι κακοί τώρα, πως τώρα μένω ξανά με τους κακούς και τι μαλακίες είναι αυτές, ρε μαλάκα, ρε πούστη, δεν το πιστεύω ρε μαλάκα.

Άλλες εφτά ώρες και άλλες τόσες αύριο.

Αν είμαι τυχερή ίσως λιγότερες.

Να αφήσω κάτω τον στίφτη,

να τεντώσω λιγάκι τα πόδια που ‘χουν πρηστεί και στριμώχνονται στα λουράκια των παπουτσιών,

να σφίξω τα μάτια, να τα φυσήξω να στεγνώσουν κάπως, να κατέβω κάτω να πλυθώ και να πάω τις μπύρες, τις μπύρες, τις μπύρες.

Αύριο έχει χειρουργείο και κοστίζει ακριβά.

Δεν μας παίρνει να χάσουμε το μεροκάματο.

Χωρίς μπάνια

Singapore sling / N.N

1. Το πιο δύσκολο

είναι να επισκέπτεσαι.

2. Έγραψε η παλιά μου συμμαθήτρια για τον άντρα της: «Λόγε μου κι αιτία μου να ζω, έρωτα μου» , κι ας γέλασα κάπου τη ζήλεψα.

3. Όταν επιστρέφεις

ο Θάνατος

φτύνει τον κόρφο του.

4. Θεέ μου δεν μπορώ άλλο

αυτό το άρωμα του,

θα τα βγάλω όλα απ’τη μύτη.

5. – κρίμα που δεν μπορούμε να πάμε μια εκδρομή.

– κρίμα είναι μια ζωή χωρίς θεότητες της επιλογής μας.

6. Τα φρύδια του είχαν σουφρώσει τόσο πολύ που έφευγα,

ευχαριστημένα κάναν χειραψία.

7. Δεν χάνω ποτέ την ευκαιρία

να μαι θλιμμένη σε μια όμορφη μέρα

8. Είχα αποφασίσει να σε βρίσω και να φύγω από την άλλη

γι’αυτό φόρεσα ξώπλατο

να με θυμάσαι για την πλάτη μου.

9. Όταν σ’ αγκαλιάζω,

κοιτάζω κάτω τα δάχτυλα των ποδιών μου

και μου φαίνονται λιγότερο στραβά.

10. Βάρυνε το στομάχι μου

και το τέλος της ιστορίας

ακόμη δεν το χω φάει.

11. Προτιμώ να μη μιλήσουμε

και για πάντα να φαντάζομαι

τον ήχο της φωνής σου,

εκ του ασφαλούς.

Πάμε, ορχήστρα.

Στις 23:00 κάθε νυχτός, το τερατώδες συντριβάνι της πλατείας Ομονοίας υπερχειλίζει.
Μετατρέπει τα γειτονικά Εξάρχεια σε ζώνες τούνδρας φρεσκοποτισμένης, δροσίζοντας τους διψασμένους λειχήνες κάτω από τις πατούσες μας, που σέρνονται ολημερίς σε καυτά τροπικά πεζοδρόμια αμφιβόλου σταθερότητος.
Πολλοί είναι εκείνοι που δεν αρέσκονται στο μούλιασμα των άκρων τους και αποφεύγουν το νερό , σαν λάβα τρομερή, σκαρφαλωνοντας σε κολωνάκια και παρκαρισμένα αυτοκίνητα, μέχρι να τραβήξουν οι εργαζόμενοι του δήμου, επιτέλους, την τάπα κι όλο το νερό να εξαφανιστεί στη μαύρη αυτή τρύπα που καταλήγει ένας Θεός ξέρει που.
Εμείς οι υπόλοιποι απολαμβάνουμε το πλατσούρισμα καθήμενοι σε χαμηλά τραπεζάκια γεμάτα μεζέδες και διάφανα υγρά, πιτσιλώντας τους διπλανούς μας και πίνοντας στην υγεια του τελωνίου της ανάβλυσης, που προικισμένο με εξτραβαγκάντ ποσότητες χιούμορ μας χαρίζει αυτά τα ονειρικά παραλληρήματα του πρώτου μήνα τουτουνου του αναρχοαυτόνομου καλοκαιριού.

δεν γράφω ποίηση.

tumblr_m2pd4tA3ey1r3ctnno1_500

 

1.  Έχω χάσει το αγαπημένο μου στυλό

κλαίω απ’το πρωί

το στυλό εμφανίζεται

γράφει πάνω μου

πάλι καλά που ακόμα δεν σε ξέρω.

 

2.   Απόψε στο σαλόνι

έχω   χορέψει   εφτά    ζεϊμπέκικα

σκοντάφτω       πέφτω κάτω

σκύβω     με αγκαλιάζω

με φιλάω     στο στόμα

παίζω   όλους   τους  ρόλους

στο  έργο       κυλάω  μόνη.

 

3.    Λες κι έχουμε κάνει ποτέ

ταξιδάκι αναψυχής

χωρίς κρυμμένο τραύμα.

 

4.    Όταν η παράσταση έκανε δέκα λεπτά διάλειμμα

εγώ πήγα από κει

εσυ πήγες από δω

τίποτα αξιόλογο μάλλον

το σκηνικό ήταν φτωχό

κι εγώ σπαραζω και πονώ.

 

5.    Το καλοκαίρι χωρίζουν οι άνθρωποι

βρίσκονται πάλι τον Σεπτέμβρη

ρωτάς αδιάφορα

πώς πέρασα τις διακοπές μου

τον άλλο μου εαυτό ξέρεις πως

δεν τον βρήκα

και να μας λείπουν

οι δύσκολες ερωτήσεις.

 

6.   Θέλησα απόψε απλά να σου πω

τα βράδια

δεν φοβάμαι πια να περπατάω μόνη

η πόλη είναι άδεια

κι ήρθε ο καιρός να μάθω

ποιοι   δεν μ’αγαπούν.

 

7.      Κάτω απ’το μαξιλάρι είναι ένα βαθύ πηγάδι που μέσα κατοικούν οι ψυχές που σ’αγαπούν.

 

εδώ να συμπληρώσω μόνο πως έχει πλάκα που τόσα χρόνια δεν ήξερα πως αναφέρεται στο δικό σου.

 

8.     Δεν φτάνει που δεν θα περπατήσω πάλι πλάι σου;

χρειάζεται να γράψω και κάτι ακόμη;

 

9.    Να κοιμηθώ στο πάτωμα

να κλείσω και τα μάτια

γιατί υπάρχουν κι άτομα

 

και  το αφήνω εκεί

η συνέχεια μου φαίνεται περιττή.

 

10.   Μονάχη μου παντρεύτηκα

σε βρήκα

σ’ερωτεύτηκα

κι αν ρεζιλεύτηκα

οι φίλοι μ’αγαπούν

και κάνουν πως δεν ξέρουν.

 

11.     Έκλεισες την πόρτα

και  απο μέσα μου  ακούστηκε

όταν είσαι μαζί μου δεν υπάρχουν σχολεία

φαίνεται απίστευτο

 

μα λίγο έκλαψα.

 

12.    Ο κόσμος είναι περιφραγμένος

φώναξε κάποιος

και κουράστηκα αχ πόσο

τρέχοντας για να γλιτώσω.

 

Ο χρόνος είναι οι άλλοι.

Ο παππούς είχε ένα καφέ ντάτσουν. Ερχόταν κάθε μέρα και μας έπαιρνε από το σχολείο για να μη κουβαλάμε τις τσάντες μας. Μέχρι να χτυπήσει το τελευταίο κουδούνι καθόταν στο καφενείο και μας περίμενε. Μια φορά, την ώρα που μπαίναμε στο αμάξι τον είδαμε να καπνίζει, τον πιάσαμε στα πράσα να φυσάει την τελευταία ρουφηξιά απ’το τσιγάρο του. Κάποιος θα τον είχε κεράσει, γιατί ο παππούς δεν κάπνιζε. Τον μαλώσαμε άσχημα, του είπαμε πως δεν κάνει να καπνίζει και αυτός γέλασε. Το κρατήσαμε μυστικό και δεν το είπαμε ποτέ στους άλλους. Ήταν το πρώτο μυστικό της ζωής μας.

Στο χωριό δεν υπήρχαν ρολόγια, τον χρόνο τον μετρούσαμε τελετουργικά. Ο χρόνος ήταν οι άλλοι. Η μέρα χωριζόταν στα τέσσερα. Υπήρχε η ώρα που ο παππούς σηκωνόταν να ψήσει καφέ, πριν ξεκινήσει για τα ζώα, που σήμαινε ξημέρωμα. Ύστερα ερχόταν η ώρα που η γιαγιά έβγαζε το φαγητό από τον φούρνο που σήμαινε μεσημέρι. Ακολουθούσε η ώρα που ανέβαιναν για πότισμα που σήμαινε Δύση και τελικά η ώρα που άναβαν το φως έξω στην αυλή για να μη πέσει κανείς μας στο σκοτάδι, και έτσι ξέραμε ότι πια βράδιασε. Υπήρχε επίσης η ώρα του δελτίου ειδήσεων, της αγαπημένης εκπομπής και του ζεστού ψωμιού κατευθείαν απ’τον φούρνο.  Κάποια στιγμή μεγαλώσαμε, φύγαμε απ’το χωριό, η μέρα έσπασε σε αμέτρητα μικρά κομματάκια έτσι που πήραμε ρολόγια για να τα βγάλουμε πέρα, και οι ωροδείκτες της ζωής μας άρχισαν να φεύγουν ένας ένας. Αλλά εσείς να ξέρετε πως η μέρα ξεκινάει πάντα όταν ο παππούς μου σηκώνεται να ψήσει καφέ και τελειώνει όταν ανάβει το φως στην αυλή για να μη τσακιστούμε στα σκοτάδια.

IMG_20200423_110330_206-1

Στιχομυθίες που πια τείνουν στον μονόλογο.

lions_05-_c_-cine-tamaris

1.     Σφαγμένες οι φράουλες στο μπολ κολυμπούν στο φούξια αιματάκι τους

πάντα κάτι χαριτωμένο έβρισκα στις σφαγές.

 

2.     Κύριε μπάτσε μου

η ανεπιτυχής σεξουαλική πράξη μετράει για άσκοπη μετακίνηση;

 

3.    –  Όταν ξαναβρεθούμε θα ‘χουμε πολλά να πούμε.

–  αλλά θα φιλιόμαστε και δεν θα προλάβουμε.

 

4.    Αγαπημένο μου ημερολόγιο,

άλλη μια μέρα που μου έστειλε φιλάκια στο μεσιντζερ και δεν τα έλαβα.

μήπως χρειάζεται ενημέρωση;

 

5.    –  Πες μου μωρό μου τί θέλεις να σου παίξω

 

–    Την μπάρα του Γκάλαξι.

 

6.   –  Barbie, life in plastic is not fantastic.

–   Από μικρούς σας μάθανε στα ψέματα.

 

7.    Τα 150 τα ‘δινα απόψε για το φεγγάρι

μη πω για το μπαλκόνι σου και ακουστω φτηνή.

 

8.    Βρες μια άκρη να με φυτέψεις

αν η άνοιξη συνεχίσει έτσι

υπολογίζω το καλοκαίρι να σε τυλίγω.

 

9.    Αγαπημένο μου ημερολόγιο,

είναι η λαχτάρα μου, ο καφές και τα

τσιγάρα μου.

 

10.    Να σε πήγαινα μια βόλτα

και ας ήταν κλειστές οι θάλασσες

και ας μην είχαμε από που να πάρουμε φιλτράκια.

 

11.    Ένα σκυλάδικο να ‘βρισκα ανοιχτό

και μία μία να φίλαγα τις παχουλες πλάτες των κοριτσιών

ιδρωμένες.

 

12.   Η μπανιέρα λέει είναι νωρίς ακόμη για κρύα ντουζ

και να τα βγάλεις πέρα μόνη σου.

 

13.    – Για ποιούς να προσευχηθούμε απόψε;

 

–  Για αυτούς που φτιάχνουν πρωινό μόνοι τους.

 

14.     Να μη ξεχνάς τις βιταμίνες σου

το βραδυνό σου ουίσκι

και πως σ’αγαπώ.

 

 

Στιχομυθίες νούμερο δύο.

31546.large

1.      Καπνίζεις πάνω στη μπουγάδα της γειτόνισσας και θα νοσταλγήσει που κάποτε φεύγαμε από τα μπαρ σαν μεγάλο τασάκι

 

2.    –   έβαλες νερό στη γάτα;

–  το ουίσκι ήταν για μας;

 

3.    Θα βγάλω το κοχύλι απ’τον λαιμό μου και έτσι για πλάκα θα αρχίσω να σε τρώω     κοχυλιά

κοχυλιά

 

4.     –  κάπως σαν να κρύωσα τώρα

–   αφού το ‘πανε και στη τηλεόραση, απαγορεύονται οι κοιλιές έξω

 

5.     –   να θυμηθούμε να αλλάξουμε την ώρα

–  να θυμηθούμε να αλλάξουμε τον χρόνο

 

6.    –    θα νυχτώνει πιο αργά δηλαδή;

–   δεν θα βιάζεσαι να κλαις για το ηλιοβασίλεμα που έχασες

 

7.    –  μου ‘χει λείψει να την ακούσω.

–  να σου γλειψω το αυτάκι;

 

8.   –  φωτίστηκαν  τα μάτια σου, αγάπη μου

–  τί μου κρέμασες το φεγγάρι στο ταβάνι;

 

9.   είμαι πολύ μικρή

ακόμη περιμένω την σοκολάτα  που μου έταξες

και κάπου κάπου κιόλας  κλαίω

 

10.     θα ‘θελα  να ‘μουν το ασανσερ σου

να με καλουσες κάπου κάπου

άμα ήσουν κουρασμένος για τις σκάλες.

 

11.    άμα σου κρατήσω το χέρι θύμισε  μου να  πάρω το δικό μου φεύγοντας

 

12.    Δεν είναι ότι είσαι κακος

απλά το χέρι σου μου κλείνει τη νύχτα

το φως

 

13.     δεν  ξαναστειλες κι έπιασε η αποπάνω να τραγουδάει λαϊκά στον φωταγωγό

 

14.    να αναγνώριζα τη στιγμή που

‘γινες  τα νυσταγμένα μου μάτια

και να της έκανα ψιτ ψιτ

 

15.     –   στο τέλος του κόσμου το Σαββατοκύριακο έχασε την αξία του κι η γκόμενα του Σαββατοκύριακου δεν είχε τί να γράψει στον απολογισμό και τον άφησε λευκό

–   το λευκό περιέχει όλα τα χρώματα, ηλίθιε

 

16.   δαγκώνω το σπαστό καλαμάκι

τρώω το νύχι μου

λες και δεν θα τ’αθετησω πάλι απόψε

και θα τηλεφωνήσω

 

17.    θα σε χώσω στο πλυντήριο

60 βαθμούς και μαλακτικό

μαλακτικό     μαλακτικό

δεν θα γρατζουνας και θα μυρίζεις  μούρλια

μούρλια    μούρλια

 

18.   να αναγνώριζα  την στιγμή που

‘γινες ρυτίδα στα φρύδια

και να της πέταγα μια πέτρα

 

19.    –  απόψε παίζει ο έντεχνος

–   θα μπορούμε να του στείλουμε προστυχιές ή το απαγορεύει ο ποιητικός λόγος;

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Στιχομυθίες ή και όχι.

 

7e7c38a99875629f33ea79d8c9096e78

 

1.    πήγα να γράψω γαμω το κερατάκι μου και έγραψα κατα λάθος γαμω το κερασάκι μου.

Μπορώ να σε λέω κερασάκι;

 

2.    – λες όταν βγούμε από δω η μύτη μου να μη τους φαίνεται πια στραβια;

– αφού δεν έχεις στραβια μύτη.

– εντάξει τότε, ας μη βγούμε, δεν χρειάζεται.

 

3.    – μα τι κάνετε εκεί κύριε; είσαστε εντελώς ασυνείδητος;

– τί; δεν έχετε παραγγείλει εσείς ένα τεράστιο τραμπολινο;

 

4.     θα φορέσω την γάτα

θα μπερδευτεις και θα χαϊδέψεις.

 

5.   – θα αραιώσουν και οι μπουγαδες τώρα.

– τί άνοιξη θα είναι αυτή χωρίς μπουγάδες;

 

6.   μη κοιτάς έτσι τη μαργαρίτα

θα τη ματιαξεις και μετά όλο δεν μ’αγαπά

δεν μ’αγαπά

 

7.    – τα παιδιά στη ταράτσα γελάνε. τώρα σταμάτησαν.

– θα θυμήθηκαν ότι ξέχασαν το κλειδί.

 

8.   – το τασάκι θέλει άδειασμα, Αγάπη μου.

– δεν έχουμε καλεσμένους, Αγάπη μου, απόδειξη ο κωλος σου που λάμπει σε κοινή θέα.

 

9.        – τι τέλεια μέρα.

 

–  για τούρτα στο Μαρούσι.

 

–  Όχι γατάκια στο κέντρο;

 

10.   – όταν θυμώνεις πετάγεται η φλεβιτσα στο μέτωπό σου.

– όχι, όταν έχω κουραστεί πολύ πετάγεται.

 

11.  – θέλουμε μια σαύρα για τα κουνούπια.

 

–  ας βρούμε πρώτα αίμα για τα κουνούπια.

 

12.   – γιατί είναι ακόμη ανθισμένα τα κυκλαμινα;

 

–  γιατί δεν τα κοίταξα έτσι και ακόμη σ’αγαπούν

σ’αγαπούν.

 

13.    – μήπως ήρθε η ώρα να γίνω μητέρα;

 

–  Δεν θέλω να χω αδέρφια.

 

14. κάποιος ακούει κλασσική μουσική

δεν ήξερα ότι έχει τόσο πλάκα να μη σ’αγαπουν.

 

15.     το  καλοκαίρι στα καράβια κάνει πολύ κρύο

για να μη κάνεις εμετό που όταν φτάσεις θα τον έχεις ξεχάσει.

 

16.   – σήμερα είναι η ημέρα ποίησης, θα διαβάσουμε;

 

– όχι. Θα κάνεις πως παίζεις μπιλιάρδο στη τραπεζαρία κρατώντας το σκουπόξυλο.

 

Τραυμαπλάς

image710

Έχω ένα χτυπημένο πόδι. Δεν πονάει πολύ. Κάποιο παπούτσι με έχει χτυπήσει στον αστράγαλο και τσούζει. Εχει κάνει πληγή. Το ίδιο πόδι το έχω μάλλον στραμπουλιξει καιρό πριν, γιατί όταν το κουράζω πονάει και το πατάω δύσκολα. Έχει κάποιους μήνες έτσι το πόδι. Δεν το χω ψάξει να δω τι επαθε. Το χω αφήσει. Περιμένω να περάσει. Είναι ευαίσθητα τα πόδια μου. Έτσι κανω με τα πράγματα που είναι ευαίσθητα. Μου αφήνουν μια ενόχληση που δεν τη ψάχνω, τη βαφτιζω νέο κουσούρι και την αφήνω να παρεμβαίνει πότε πότε. Δεν έχω κανέναν δίπλα μου να του πω για το πόδι. Μένω ξαπλωμένη για άλλες δύο ώρες και το σκέφτομαι.  Σκέφτομαι που δεν έχω κανέναν δίπλα μου και πόσο σημαντικό είναι να  πω σε κάποιον για το πόδι μου. Μετά κλαίω σαν παιδάκι, μόνο έτσι ξέρω, δυνατά και με πολλά αναφιλητά και δάκρυα. Η κάλτσα έχει κολλήσει στο ξεραμένο αίμα της πληγής και δεν μπορώ να τη βγάλω. Δεν είναι κανένας δίπλα να μου βγάλει την κάλτσα, αλλά χτες περπατούσα χωρίς παπούτσια και οι κάλτσες έχουν βρωμίσει, και πρέπει να τις βγάλω οπωσδήποτε. Αλλιώς θα πρέπει να αλλάξω σεντόνια εξαιτίας της κάλτσας. Δεν μπορώ να σκύψω να τη φτάσω. Δεν προσπαθώ να τη φτάσω. Χαζεύω άλλες δυο ώρες. Έχω γεμίσει τον τοίχο με παιδικές φωτογραφίες και κοιτάζω. Προσπαθώ να βρω πότε εμφανίστηκε η έκφραση μου, αυτή που αναγνωρίζω μόνο εγώ. Αν την είχα πάντα σαν γεννητικό υλικό ή αν την απέκτησα απο καμιά δικη μου περιπέτεια. Πως γίνεται να αλλάζει το πετσί σου χωρίς να το καταλαβαίνεις. Μήπως γίνεται στον ύπνο σου κάποιο τυχαίο βράδυ και ξυπνάς κάποιο πρωί σε καινούργια εκδοχή, εκδοχή χωρίς γυρισμό, μονόδρομο. Το προηγούμενο μοντέλο έχει καταργηθεί.  Το μαξιλάρι δίπλα, κάτω στο πάτωμα, λεκέδες απο μεικ απ και μάσκαρα. Όταν τελειώνει ο έρωτας συνεχίζει ο ερωτικός λόγος αυτόνομος εντελώς. Δώσε μου μια μεγάλη μέρα, ολοδικια μου, να ψιθυρίζω τραγουδάκια στο μαξιλάρι μεχρι να πονέσουν τα χείλη μου και θα μαι ευτυχής. Θα προτιμούσα τωρα να ήμουν σε μια απο τις αγαπημένες μου παραλίες αντί για αυτό το δωμάτιο, που δεν το λες ουτε σκοτεινό ούτε φωτεινό, μόνο αδιάφορο. Αλλά δεν έχει σημασία γιατί ξέρω πως ο θλιμμένος άνθρωπος κουβαλάει μαζί τη θλίψη του και δεν μπορεί να την αφήσει σπίτι. Άρα δεν έχει διαφορά το δωμάτιο απο την παραλία. Θα προτιμούσα να ήταν κάποιος δίπλα να μου βγάλει τις κάλτσες. Να μη μου τις βγάλει δεν πειράζει. Να μου πει πως δεν πειράζει που θα βρωμισουν τα σεντόνια και θα πρέπει να τα αλλάξουμε. Πως δεν ειναι τίποτα να αλλάζεις σεντόνια. Να πιασει το μαξιλάρι απ’το πάτωμα. Δεν πειράζει, να μου πει, που δεν ξεβαφτηκες χτες το βράδυ.  Να μου βάλει ενα χανζαπλαστ στον αστράγαλο. Να πάρει το χανζαπλαστ απο το ντουλάπι του μπάνιου και να μου το φέρει στο κρεβάτι. Να μου το ανοίξει και να το βάλω μόνη μου, δεν πειράζει. Να μου πει, δεν πειράζει πουλί μου που σακατευτηκες και θα σε πονάει το πόδι σου για πάντα. Δεν φταις εσύ, και αν φταις, πάλι δεν είναι κακό που θα κουβαλάς ενα χτυπημένο ποδι, που θα το σερνεις ξοπίσω σου αργά και μόνο αργά θα μπορείς να προχωράς. Που δεν θα μπορείς να το κόψεις, ούτε να το φτιάξεις. Δεν πειράζει που δεν θα πεθάνεις απ’το πόδι σου ποτέ, ούτε μια φορά. Να με πει πουλί του. Να πιάσει το μαξιλάρι απο το πάτωμα. Να βγάλει το δίσκο. Να ξεχάσει το χανζαπλαστ και το μικρό μάτι της κουζίνας ανοιχτό.