Αν πήγαιναν όλα σύμφωνα με το πρόγραμμα, θα με περίμενες στην αποβάθρα.
Δεν θα στο ‘χα ζητήσει, απλώς θα ήξερες πως νιώθω άβολα, μόνη, σε μέρη που δεν γνωρίζω. Δεν θα περπατούσαμε μέχρι το σπίτι σου, δεν θα ήταν αρκετά κοντά για να περπατήσουμε. Κάτι θα οδηγούσες. Ξέρεις, τα μαλλιά μου θα ήταν κάπως άλουστα κι εγώ κάπως θαμπή απο το ταξίδι, όσο θα έψαχνες για πάρκινγκ θα συνειδητοποιούσα ξαφνικά πως βρίσκομαι πραγματικά σε μια άλλη πόλη, λιγότερο τρομακτική από τη δική μου, μα σίγουρα πιο ξένη. Θα κοίταζα έξω απ’το παράθυρο, θα απέφευγα να σε κοιτάξω στα μάτια, θα σκεφτόμουν τις διαφημίσεις του μέγκα και πως απόψε θα έχανα την αγαπημένη μου σειρά. Θα σκεφτόμουν πως αν ήμουν τυχερή, φεύγοντας, θα ΄χα συστηθεί σε τρία ζευγάρια από τις κάλτσες σου και θα ΄χα περπατήσει κατα μήκος μιας προβλήτας που θα έκαιγε από τον ήλιο. Είναι κοινό μας χαρακτηριστικό αυτό όλων, να ανεβάζουμε ξανά και ξανά παραστάσεις με το ίδιο φόντο. Κάτι θα ‘χε μείνει, ακόμα και για ‘σένα, να προσποιηθείς πως πρώτη φορά επιχειρείς. Εγώ του μαθαίνω να περπατάει, πριν από ‘μένα μπουσουλούσε, πριν από ‘μένα δεν είχε γεννηθεί σε αυτόν τον πλανήτη.
Αν όλα πήγαιναν όπως ήταν αποφασισμένα, θα μαγείρευα μια συνταγή που θα ΄χα αποστηθίσει απο μέρες, διαβάζοντας την φωναχτά μπροστά από τον καθρέφτη. Μια συνταγή που θα ‘χα εκτελέσει με δεμένα μάτια, στην άνεση της κουζίνας μου, δεκάδες φορές, μέχρι τα χέρια μου να μάθουν κάθε κίνηση, σαν να ΄ταν χορογραφημένη. Θα αποφάσιζα αρκετά μελετημένα, υπολογισμένα με κρυφά κομπιουτεράκια, την στιγμή της αποκάλυψης, θα γυρνούσα τότε το κεφάλι και θα σε κοίταζα. Με το ένα, με το δύο, με το τρία. Θα ένιωθα πως έκαψα τη γλώσσα μου σε μια πρώτη βιαστική γουλιά ή πως μου τράβηξες ένα τσιρότο, χωρίς να μου το πεις. Θα αναγνώριζα την φυσική καταστροφή, θα αναρωτιόμουν ποιo όνομα θα της ταίριαζε καλύτερα, θα κρατούσα ενός λεπτού σιγή για τα ανυποψίαστα θύματα. Τα υπόλοιπα θα κυλούσανε, όπως κυλούν σε όλα τα μεγάλα λοβ στόρις, δηλαδή από κάπου μακριά θα ακουγόταν το μπίγκ ιν τζαπάν και το πλήθος θα χειροκροτούσε που τα καταφέραμε, που όλα τα βήματα οδήγησαν στην επιτυχία, με τις ευχές όλων των γουίαρντ ελληνικών ταινιών της δεκαετίας. Ξέρεις, οι ιστορίες πριν να συμβούν ζουν ήδη κάτω από τη μύτη μας, ζουν κάτω από το δέρμα μας. Τα βράδια, όσο επιδεικτικά κοιμόμαστε, οι ιστορίες τρυπώνουν στο σπίτι από τον απορροφητήρα ή ανεβαίνουν από τις σωληνώσεις, και παραβιάζουν την ατάραχη ζωή μας. Ίσως τώρα να τα λέω όλα αυτά περιμένοντας τους θεούς του απορροφητήρα να κάνουν αυτό που ξέρουν καλύτερα, κι έτσι να αρχίσει ο κόσμος, ήδη, από αύριο το πρωί να με τσουλάει προς την πλευρά σου, ίσως περιμένω αυτή την φανταστική κλίση του κόσμου που θα με συμφέρει καλύτερα. Δεν μπορεί, όλο και κάποια αλήθεια θα υπάρχει στους γελοίους ψυχαναγκασμούς μας. Άμα πω τρείς φορές το όνομα σου, ενώ χτυπάω παλαμάκια ή άμα τραγουδήσω δυνατά το αγαπημένο σου κομμάτι, μπορεί η σκόρπια δύναμη του κόσμου να πειστεί πως αξίζει να ασχοληθεί και λιγάκι μαζί μου. Ίσως άμα προγραμματίσω κάθε λεπτομέρεια ενός εντελώς άχαρου σχεδίου να καταφέρω τελικά να σε γνωρίσω. Δεν ξέρω αν αρκεί, αλλά αυτή τη στιγμή βρίσκομαι στο σταθμό της πόλης σου και βλέπω τα τρένα να περνούν περιμένοντας σε στην αποβάθρα προς Αθήνα. Τραγουδώ το αγαπημένο σου κομμάτι και καλώ το όνομά σου τρείς φορές χτυπώντας παλαμάκια. Οι περαστικοί δείχνουν την άτυπη κατανόηση που αξίζει σε κάποια που προσπαθεί να αλλάξει τους τρόπους του κόσμου με το έτσι θέλω.
Αν πάνε όλα όπως τα ‘χω προγραμματίσει, από στιγμή σε στιγμή θα μπεις απο την τελευταία έξοδο.