Μέικ άπ αποθανούσας.

Χτες το βράδυ ονειρεύτηκα έναν σκύλο. Λέει του ζητούσα να τον υιοθετήσω κι εκείνος μου απαντούσε πως θα ερχόταν μαζί μου, αρκεί να του επέτρεπα να πηγαίνει, οπότε θελήσει, στο περίπτερο για τσιγάρα. Ζητούσα στον σκύλο να με μάθει να αγαπώ. Μάθε με να αγαπώ και να φεύγω.

Στα μπαλκόνια της γειτονιάς τρία σκυλιά ουρλιάζουν κάθε βράδυ το ‘να στ’άλλο. Μια από αυτές τις νύχτες θα τα συντροφεύσω κι εγώ στην τελετή. Θα κάνω την κίνηση και θα ανοίξω το παράθυρο του δρόμου: Μάθετε με να αγαπώ και να μην χρειάζεται να φεύγω.

Εδώ και τέσσερις μέρες, κάθε λίγο και λιγάκι παθαίνω έμφραγμα. Αρχίζει με ένα γαργαλητό στην αριστερή πλευρά, που μετά γίνεται σφίξιμο, και πιέζω το στήθος μου για να το κάνω να σταματήσει. Όταν σταματάει το σφίξιμο, λέω πως θα κόψω το κάπνισμα. Λέω πως πεθαίνω να ανοίξω την πόρτα και να φύγω χωρίς πολλά πολλά, γιατί είναι σφίξιμο αυτό που το κουβαλάς. Λέω πως μάλλον πέθανα και δεν το ‘χω καταλάβει. Κατεβαίνω στο περίπτερο και παίρνω τσιγάρα εγκυμοσύνης. Παίρνω και αναπτήρα ροζ. Έχω μάθει να πεθαίνω και να σηκώνομαι στα αζήτητα, φρεσκοβαμμένη. Ο περιπτεράς προτείνει: μάθε να πεθαίνεις μια και καλή, αλλιώς είναι βαρετό να σου πουλάω τσιγάρα.

Μετά τα τσιγάρα φέρνω βόλτες τη γειτονιά. Αυτό το κάναμε στο χωριό. Το προσάρμοσα κι εδώ. Θέλω να στείλω γράμμα στον Τζέισον. Όχι, καλύτερα μήνυμα. Τζέισον λυπάμαι, αλλά δεν μπορώ να σε δω απόψε. Ούτε και μπορώ να φύγω μαζί σου. Νιώθω ένα φτερούγισμα στα ρουθούνια μου και έναν ψίθυρο στο δεξί αυτί. Τζέισον λυπάμαι πολύ, κυρίως για μένα, λυπάμαι, που θα μείνω για πάντα μόνη, μα δεν μπορείς να με μάθεις να αγαπώ.

Μετράω όλα τα μπλε αμάξια που βλέπω παρκαρισμένα. Ατος. Μίκρα. Γιάρις. Πάντα. Ένα σου μοιάζει κάπως παραπάνω. Μου ανάβει τα φώτα και με ακινητοποιεί. Σήμερα έχει ήλιο κι έχω σκάσει πάνω κάτω. Όταν φοράς γυαλιά δεν σε αναγνωρίζω. Ξεχνάω να γυρίσω το βλέμμα στον δρόμο, καμιά φορά, και με παρασέρνει το φορτηγό μεταφορών, που έχει ήδη πάρει τη στροφή. Το φλας, όταν σε αγκαλιάζει ακούγεται σαν καρδιά. Ήθελα να σου πω κάτι που σκέφτηκα σήμερα, μοιάζεις πολύ με τον Γκοντάρ, δεν ξέρω αν στο χουν ξαναπεί αυτό, σου λέω: παρακαλώ μάθε με να εξαφανίζομαι, αφού ούτε εσύ ξέρεις να αγαπάς.

Σχολιάστε