Δεκεμβριανά .

Ειπε:

Τι ωραία αυτή η ησυχία. Έχουν κλαδεψει τα δέντρα και έχουν εξαφανίσει τους κάδους . Οι δρόμοι έχουν αδειάσει από παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Οι δρόμοι λες και μας ανήκουν πάλι -ναι μας ανηκουν. Λες και γυρνούν πίσω σε μας.  Μας προτιμούν, το νιώθω. 

Τι ωραία που θα γυρίσω σπίτι, σε αυτή την εκκωφαντική ησυχία, και θα ρίξω στο τηγάνι πιπεριές και κρεμμύδια για την ομελέτα μου, σχεδόν αθόρυβα, να μην ενοχλήσω την σιγή. Και θα στρίψω ένα τσιγάρο και θα το καπνίσω στην ταράτσα, λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος. 

Είπε για αυτή την ησυχία, στιγμές πριν τον ήχο που βγάζει το όπλο όταν πυροδοτεί. Είπε για αυτούς που δέκα χρόνια μετά ακόμα τον αγνοούν αυτόν τον ήχο, ενώ εκείνος τον ακούει στα όνειρά του. Ειπε :《Σηκω να διδάξουμε τους αμαθείς και να ενημερώσουμε τους ημιμαθείς》

Είπε:

Ωραία, ελα τώρα να πετάξουμε τα πορτοκάλια στους μπάτσους . 

Να τους χτυπήσουν τα προϊόντα, οι καρποί της ίδιας τους της γης, να τους ανοίξουν το κεφάλι, να τους πολεμήσει η πατρίδα τους και εμείς τα παιδιά της.

Και εγώ φόρεσα τη μάσκα μου και ανέβασα το καφάσι από τη σκάλα κινδύνου στη ταράτσα. Άναψα ένα τσιγάρο -απο το δικό του- και περιμέναμε -για λίγο μονο- στη 《σιωπή》, μέχρι που είδαμε να πέφτει το πρώτο δακρυγόνο και σκύψαμε να πιάσουμε τα πορτοκάλια μας.

 

IMG_20181206_204236_913

 

Σχολιάστε